- υδροδείχτης
- οβαθμολογημένος γυάλινος σωλήνας μικρής διαμέτρου που δείχνει το ύψος του νερού σε ντεπόζιτο ή καζάνι.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
υδροδείκτης — και υδροδείχτης, ο, Ν τεχνολ. βαθμονομημένος γυάλινος σωλήνας μικρής διαμέτρου, που χρησιμεύει για τον έλεγχο τής στάθμης τού νερού σε λέβητα ή σε δεξαμενή. [ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο) * + δείκτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1858 στο Ονοματολόγιον… … Dictionary of Greek